28 09 07, Παρασκευή

Η τέχνη της αδράνειας, παραγνωρισμένη ίσως στην εποχή μας, για μένα ιδιαίτερα σημαντική. Η ικανότητα να μπορείς να ζήσεις για λίγο χωρίς να κάνεις τίποτε. Να μείνεις ακίνητη και να ανασυγκροτηθείς, να περνάς ώρες χωρίς καν να σκέφτεσαι. Την κατέχω σε βάθος τούτη τη τέχνη, και όχι λόγω της αναδουλειάς στο γραφείο, δεν είναι αδράνεια το να ξυπνάς, να ετοιμάζεσαι, να μετακινείσαι στην Αθήνα και μετά να συνυπάρχεις με άτομα βαριεστημένα τα οποία επιζητούν, για να μην πω απαιτούν, τη συμμετοχή σου στις κοινότοπες συζητήσεις και στις μικροπρεπείς αντιδράσεις τους, άχθος είναι η καθημερινότητα μου, (μόνο όταν απομονώνομαι στο κομπιούτερ με αφήνουν στην ησυχία μου αλλά και πάλι το συζητάνε, «τι κάνει αυτή τόση ώρα στο κομπιούτερ;» καμιά φορά πλησιάζουν να δουν οπότε είμαι πάντα σε επιφυλακή για να σμικρύνω τη σελίδα),εν πάση περιπτώσει γυρίζω κάποια μεσημέρια σπίτι και νιώθω νυσταγμένη, άτονη, άκεφη, η τριβή με τους συναδέλφους είναι πολλές φορές ψυχοφθόρα. Ενώ τα δύο πρωινά που έμεινα σπίτι πέρασα υπέροχα. Τους προσέδιδε αίγλη το γεγονός ότι θα έπρεπε να είμαι στο γραφείο οπότε μένοντας σπίτι δεν είχα κανένα άγχος ότι έπρεπε κάτι να κάνω, δεν ήταν Σάββατο να σκέφτομαι δουλειές και ψώνια ή εξόδους ούτε Κυριακή να αγχώνομαι για κάποια βόλτα ή κοινωνικές επαφές, ήταν καθημερινή και είχα κάνει σκασιαρχείο και ήμουν μόνη με τον εαυτό μου, χωρίς επιθυμίες, δεσμεύσεις, υποχρεώσεις, προβληματισμούς. Εγώ και ο εαυτός μου λοιπόν. Άκουσα μουσική, ήπια καφέ κοιτώντας τον τοίχο, έμεινα με τις πιτζάμες μέχρι αργά, πήγα βόλτα στη γειτονιά, πήγα κολυμβητήριο με την ησυχία μου, γενικά οι ώρες περνούσαν πιο αργά και πιο ανθρώπινα. Εχθές είχα πολύ όρεξη να μαγειρέψω κάτι το ιδιαίτερο, έφτιαξα λοιπόν κοτόπουλο με σάλτσα πορτοκάλι και ρυζομακάρονα και κάλεσα τον Παναγιώτη, ο οποίος κατέφτασε περιχαρής λες και έπιασε το λαχείο, πρώτη φορά τον καλούσα σπίτι μου και πολύ το εκτίμησε, περάσαμε όμορφα, φάγαμε, ήπιαμε, κάναμε έρωτα, είδαμε και μια ταινία, τα είχα σχεδιάσει όλα στην εντέλεια, το τίμημα εντούτοις είναι ακριβό, ένιωσα ενοχές επειδή συμπεριφερόμουν σαν τη γυναίκα του, έτσι την εκλάμβανε την τόση περιποίηση και εγγύτητά, ρόλο που ως γνωστόν δεν θέλω να αναλάβω, εγώ απλώς θέλω να περνάμε καλά, τίποτε παραπάνω, του το υπενθυμίζω σε κάθε ευκαιρία αλλά εκείνος μάλλον δεν ακούει, σαν σε παιδάκι μου φέρεται, καλά εντάξει λέει αλλά το βλέπω στο ερωτευμένο βλέμμα του πως ζωγραφίζει φανταχτερά όνειρα, άρα έχουμε πρόβλημα, πιθανότατα να με λέει αύριο πουτάνα που του έδινα υποσχέσεις -με τη συμπεριφορά μου- και ύστερα τον παράτησα, λίγο πολύ όπως ο Ιάσονας δηλαδή, και δε με νοιάζει τόσο τι θα λέει αλλά το ότι θα πληγωθεί και θα πονέσει, αλλά από την άλλη τι να κάνω; Να μην επιτρέψω σε καμία όμορφη στιγμή να ζήσει επειδή ξέρω πως κάποτε θα τελειώσει;
Για να μειώσω τις προσδοκίες του και για να μην πέσει από τα σύννεφα όταν δεν θα θέλω να είμαστε το ίδιο κοντά, του είπα πως έχω βαρεθεί την Αθήνα και ότι ίσως κοιτάξω να πάρω μετάθεση ή απόσπαση σε κάποια παραλιακή πόλη. Αμέσως συννέφιασε και μου είπε πως γι αυτόν είναι δύσκολο να βρει δουλειά σε άλλη πόλη, μείναμε αμίλητοι για κάμποσο, χαμένοι στις σκέψεις μας, μετά από μια τόσο όμορφη βραδιά δεν μπορούσα να του πω ότι στο όνειρο μου βλέπω τον εαυτό μου να ξεκινάει μόνη μια καινούργια ζωή..
Υγ. Με ελαφρά την καρδιά και επιπόλαιο είπα πως θα εγκαταλείψω την Αθήνα αλλά ίσως πρέπει να το σκεφτώ σοβαρότερα, από ό,τι ξέρω είναι εύκολο να πάρεις απόσπαση στην επαρχία, γιατί όχι; Πάντα μου άρεσαν τα ξεκινήματα και οι αλλαγές. Πού να πάω άραγε;

Δεν υπάρχουν σχόλια: